Η άνοια είναι μια ασθένεια που επηρεάζει όλο και περισσότερους ανθρώπους παγκοσμίως, με τα εκτιμώμενα ποσοστά να αυξάνονται, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, έχοντας σημαντικό αντίκτυπο σε όλους τους τομείς της ζωής των νοσούντων και των οικογενειακών φροντιστών τους. Ο σκοπός της παρούσας έρευνας είναι να διερευνήσει τις απόψεις και τα βιώματα που έχουν οι οικογενειακοί φροντιστές α’ και β’ βαθμού ατόμων με άνοια προχωρημένου σταδίου, σχετικά με τη φροντίδα που παρέχουν και ειδικότερα, αν αυτοί επιβαρύνονται και με ποιόν τρόπο.
Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε είναι η ποιοτική έρευνα με τη χρήση ημι-δομημένων συνεντεύξεων, με σκοπό την εκ βάθους διερεύνηση των απόψεων και των εμπειριών των φροντιστών ασθενών με άνοια των Δήμων Ηρακλείου, Μαλεβιζίου και Αγίου Νικολάου Κρήτης. Η λήψη και η ανάλυση των συνεντεύξεων έγινε με βάση συγκεκριμένους άξονες που αφορούσαν την προσωπική, οικονομική και κοινωνική ζωή των φροντιστών, την εμπειρία τους, την ψυχική και σωματική υγεία τους, αλλά και τις προτάσεις τους για βελτίωση στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής.
Το βασικότερο εύρημα της παρούσας έρευνας είναι ότι οι οικογενειακοί φροντιστές επιβαρύνονται, κυρίως, σε ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο, ενώ λιγότερο σε κοινωνικό, σωματικό και οικονομικό. Αξιοσημείωτη είναι η ανάγκη για ενημέρωση και υποστήριξη από επίσημα κοινωνικά δίκτυα και επαγγελματίες υγείας.