Προτού εξετάσουμε τη Βρετανική κοινωνική πολιτική για την Τρίτη Ηλικία, θα ήταν χρήσιμο να κάνουμε μια σύντομη σφαιρική θεώρηση του πλαισίου μέσα στο οποίο οι διάφορες κοινωνίες έχουν διαμορφώσει τη στάση τους στο θέμα της τρίτης ηλικίας.
- Το πρώτο δεδομένο είναι η οικονομικο-κοινωνική 6άση της τέτοιας στάσης. Προτού αναπτυχθεί η οικονομία της αγοράς, μέσα στο πλαίσιο της πατριαρχικής οικογένειας, τα άτομα που λόγω ηλικίας δεν μπορούσαν να εργαστούν, όχι μόνο δεν έχαναν τη θέση τους στην οικογένεια και στην κοινωνία, αλλά μάλιστα απολάμβαναν ιδιαίτερες τιμές και εκτίμηση, λόγω της πείρας τους και της οικονομικής δύναμης που τους έδινε η ιδιοκτησία της γης. Αρκετές μη ανεπτυγμένες οικονομικά κοινωνίες διατηρούν ακόμα τον θεσμό της απονομής τιμών και εξουσίας στους γέροντες. Επίσης, κατάλοιπα του θεσμού αυτού παρατηρούνται στο θεσμό της Γερουσίας, εξέλιξη από τη Ρωμαϊκή εποχή, και στον θεσμό της Βουλής των Λόρδων.
- Δεύτερο αξιοπρόσεκτο φαινόμενο είναι η άμεση ή έμμεση αναγνώριση ότι κανένας δεν μπορεί να αποφύγει το γήρας και επομένως υπάρχει γενικό συμφέρον όπως υπάρξει πρόνοια για τις ανάγκες που δημιουργεί η προχωρημένη ηλικία.
Εξετάζοντας τώρα την Βρετανική κοινωνική πολιτική, ένας μελετητής ή και ακόμα απλός παρατηρητής της θα προσέξει:
Πρώτο, ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει ενιαία και με λογική συνάρτηση εθνική κρατική κοινωνική πολιτική. Υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο με εξουσίες και λιγότερο υποχρεώσεις, εκτελεστής των οποίων είναι κυρίως η τοπική αυτοδιοίκηση. Και αυτό ισχύει για πλείστα κοινωνικά θέματα, είτε αυτά αφορούν το παιδί, τη νεολαία, τη γυναίκα, το γήρας, την αναπηρία κλπ.