H έλλειψη στέγης, ως κατάσταση παροδική < μόνιμη, αποτελεί πολυσύνθετο πρόβλημα και δεν είναι ευδιάκριτο αν πρόκειται για αιτία, αποτέλεσμα < ανατροφοδότηση της ατομικής και κοινωνικής παθολογίας. Εγείρονται εμπόδια στην πρόσβαση υπηρεσιών από τα άτομα που έχουν ανάγκη βοήθειας και αφορούν τη μη έγκαιρη επίλυση του προβλήματος το διάστημα που η προοπτική απώλειας της στέγης διαφαινόταν απειλητική.
H αναποτελεσματικότητα στις εκκλήσεις και την αναζήτηση βοήθειας για να εμποδιστεί η έξωση, στη συνέχεια η ζωή στο δρόμο ενισχύουν την παθητικότητα, την έλλειψη ενδιαφέροντος και ελπίδας (επένδυσης για μακροπρόθεσμες λύσεις) σε συνδυασμό με την επιτακτική παρουσία αναγκών διαβίωσης που ζητούν άμεση εκπλήρωση, ενώ αποφεύγεται η εμπλοκή σε διαδικασία βοήθειας όταν το αποτέλεσμα είναι αμφίβολο.
Από την αρχή λειτουργίας του περιφερειακού τμήματος Πειραιά του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, μεγάλος αριθμός περιστατικών που απευθύνονταν στην Κοινωνική Υπηρεσία, είχαν άμεσο < έμμεσο αίτημα την υποστήριξη με απώτερο σκοπό την εμπόδιση έξωσης (ποσοστό 29,4%) και από αυτούς ποσοστό 70,6% ζούσαν κάτω από κακές συνθήκες διαβίωσης. Το αίτημα αυτό διατυπωνόταν είτε με τη μορφή οικονομικής ενίσχυσης, είτε ενίσχυσης σε είδος (δέματα τροφίμων) με σκοπό την υποστήριξη του οικογενειακού προϋπολογισμού ώστε να ανταπεξέλθουν στην υποχρέωση καταβολής του ενοικίου. Πολλοί είχαν συσσωρευμένες οφειλές ενοικίων προς τους ιδιοκτήτες.
Μεγάλος αριθμός εξώσεων δεν πραγματοποιήθηκε είτε λόγω «κατανόησης» του ιδιοκτήτη για την κατάσταση ένδειας του οφειλέτη (συνήθως για πολυμελείς < μονογονεϊκές οικογένειες), είτε λόγω αποφυγής της εμπλοκής με τις χρονοβόρες και πολυδάπανες διαδικασίες εκδίκασης της έξωσης είτε τέλος το μόνο που συντηρούσε στεγασμένο το άτομο < την οικογένεια ήταν η δυσκίνητη διαδικασία εκδίκασης της υπόθεσης (μέχρι το 1999 απαιτούνταν 8-9 μήνες) και κατά μέσον όρο ένας ακόμα μήνας για να καθαρογραφεί η απόφαση ώστε να είναι εκτελεστή.