Το παρόν άρθρο πραγματεύεται τη συμβολή των κοινωνικών επιστημών στην ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής και ιδίως τη συμβολή της επιστήμης της Κοινωνικής Εργασίας. Εστιάζει στους ανθρωπογενείς συντελεστές της κλιματικής αλλαγής, στον αντίκτυπό της στην επιβίωση ανθρώπων και οικοσυστημάτων σε πλανητικό επίπεδο και στην κοινωνική απόκριση. Οι κοινωνικοί λειτουργοί, ως επαγγελματίες πρώτης γραμμής στη διαχείριση κλιματικών καταστροφών, έχουν αφυπνιστεί και τα τελευταία χρόνια συμβάλουν στην ανάπτυξη περιβαλλοντικών προσεγγίσεων στη θεωρία και στην πράξη της Κοινωνικής Εργασίας. Όμως οι μεταβάσεις είναι ακόμη αργές και δεν ανταποκρίνονται στον πιεστικό χαρακτήρα του φαινομένου. H Περιβαλλοντική – Πράσινη Κοινωνική Εργασία μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των συνεπειών των κλιματικών κρίσεων και στην προσαρμογή στις νέες πραγματικότητες που επιφέρουν αλλά να αποτελέσει και μετασχηματιστική δύναμη που μπορεί να συμβάλει στον μετριασμό - ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής και στην περιβαλλοντική δικαιοσύνη.
Το άρθρο υποστηρίζει ότι η Κοινωνική Εργασία χρειάζεται την οικολογική στροφή διότι, τόσο στο εγγύς οικοσύστημα όσο και σε πλανητικό επίπεδο, αυξάνονται η ευαλωτότητα των πληθυσμών, η υποβαθμισμένη περιβαλλοντικά διαβίωση και ο περιβαλλοντικός ρατσισμός. Από την επιβίωση του οικοσυστήματος εξαρτάται η πραγμάτωση όλων των άλλων δικαιωμάτων ·ως εκ τούτου η Κοινωνική Εργασία πρέπει να αρθρώσει επιστημονικό λόγο και να αναπτύξει νέες διεπιστημονικές συμμαχίες συμβάλλοντας στην παραγωγή νέων μοντέλων βιώσιμης ανάπτυξης, στην περιβαλλοντική προστασία και δικαιοσύνη και στην ανάδειξη της περιβαλλοντικής διάστασης στην ιδιότητα του πολίτη. Στη χώρα μας η ανάπτυξη της προσέγγισης μπορεί να συμβάλει στον περιβαλλοντικό εγγραμματισμό των κοινωνικών λειτουργών, που είναι αναγκαίος μέσα σε δυσμενείς για το εγγύς οικοσύστημά μας συνθήκες, όπου αυξάνονται οι φυσικές καταστροφές και οι ανθρωπογενείς επιθέσεις.